Συνέντευξη Ανδρέας Ζαχαράτος στον δημοσιογράφο Αλέξανδρο Σωματαρίδη

Andreas Zacharatos Photographer

Συνέντευξη στον δημοσιογράφο Αλέξανδρο Σωματαρίδη σε μια συνέντευξη που αναλύει την φωτογραφική έκθεση THE GREEK ICON που θα παρουσιαστεί στην iFocus Gallery 2019

THE GREEK ICON: Μια προσωπογραφία της Ελλάδας από τον Ανδρέα Ζαχαράτο
Η αρμονία και οι αντιθέσεις του τόπου μας σε μια φωτογραφική έκθεση – ταξίδι

Έχεις δηλώσει ότι η εικόνα της Ελλάδας πάντοτε αποτελούσε πρόκληση για σένα. Είναι αυτή η πρόκληση που σε οδήγησε στην τέχνη της φωτογραφίας;

Η αγάπη για την φωτογραφία ήρθε χωρίς να το καταλάβω. Λίγο πριν πάω στη Σχολή Κινηματογράφου, έφηβος ακόμα, άρχισα να τραβάω ερασιτεχνικά φωτογραφίες, έφτιαξα σκοτεινό θάλαμο στο σπίτι, τις εμφάνιζα. Δεν ήταν αυτοσκοπός να γίνω φωτογράφος. Μετά, όταν άρχισα να φοιτώ και μου άρεσε η τέχνη της φωτογραφίας, της κινούμενης εικόνας πρώτα, παγιώθηκε η αναζήτηση μου πάνω στη φωτογραφία.
Έτσι ξεκίνησα, έχοντας πάντα μια φωτογραφική μηχανή μαζί μου από το 1977. Φωτογράφιζα ότι έβλεπα. Το ένστικτο, το ταλέντο, προϋπήρχαν. Μετά ήρθαν κι οι γνώσεις, και είπα ότι αυτό είναι που θέλω να κάνω στη ζωή μου. Να εργάζομαι ως διευθυντής φωτογραφίας σε κινηματογράφο και τηλεόραση και αγαπημένο μου χόμπι να είναι η φωτογραφία.
Φωτογραφίζοντας τα πάντα, άρχισα να μαζεύω ένα υλικό, που θα ερχόταν η στιγμή να το σχηματοποιήσω, να το χωρίσω στα βιβλία και τις εκθέσεις που έχω κάνει. Δουλεύω πολλές θεματικές ενότητες μαζί: φωτογραφία δρόμου, πορτραίτο, τοπίο, ντοκιμαντερίστικη φωτογραφία. Κάθε μέρα βλέπω το υλικό μου, το αποθηκεύω, και πάντα ξέρω από ποιες φωτογραφίες αποτελούνται οι θεματικές μου. Είναι απορίας άξιο, αλλά δεν υπάρχει φωτογραφία που να έχει ξεχάσει ο φωτογράφος, από όσες τράβηξε. Είναι μια συγκεκριμένη δομή σκέψης.
Όταν φωτογραφίζω, προβλέπω το κάδρο πριν συμβεί και το χωρίζω γεωμετρικά ανάλογα με το πώς θέλω να το τραβήξω, κι όταν έρθει η κατάλληλη στιγμή κάνω το κλικ. Λειτουργεί κάπως αυτόματα. Βάσει ενστίκτου ή ταλέντου θα μπορούσε να πεις κανείς. Είναι κάτι μαγικό. Περπατώντας, βλέπω σκιά, φως και όγκους, που είναι τα αντικείμενα και οι άνθρωποι, και διαλέγω τη στιγμή και το κάδρο.
Όλα αυτά φιλτράρονται από την εκπαίδευση που έχω λάβει, από τι έχω μάθει από την οικογένειά μου, τι συναισθήματα έχω εκείνη τη στιγμή, την ιδεολογία μου. Όλο αυτό το παζλ γίνεται ένα. Μεγάλη διαδικασία είναι επίσης να καταλήξω ποιες φωτογραφίες θα χρησιμοποιηθούν κάθε φορά. Όλα τα «κουτιά» όμως μπαίνουν στη θέση τους, όταν πάρουν το δρόμο τους.
Με τις προηγούμενες δουλειές μου, «Μάνη από πέτρα και χρόνο» και «Jazz moments», από τη στιγμή που είπα «αυτή η δουλειά πρέπει να βγει», σχηματοποιήθηκε το παζλ και μου έδειξε πως πρέπει να το εκδώσω και να το εκθέσω.

Πόσο δύσκολο ήταν να επιλέξεις αυτές τις φωτογραφίες μέσα από μια φωτογραφική διαδρομή δεκαετιών; Υπήρχαν συγκεκριμένα κριτήρια;

Στο THE GREEK ICON υπάρχουν φωτογραφίες από το 1979, επιλέχθηκαν μέσα από έναν όγκο ίσως και 20.000 αναλογικών και ψηφιακών αρχείων. Σχημάτισα έναν προσχέδιο, έχοντας στο μυαλό πως θέλω εγώ την Ελλάδα, πως την βλέπω, πως μου προέκυψε. Αυτό γίνεται μέσα από τις έξι ενότητες του βιβλίου. Η σύνθεση όπου περικλείονται οι αρχαιότητες, η αρμονία, η θρησκεία, οι πόλεις και η περιφέρεια, οι άνθρωποι, οι κοινωνικές συγκρούσεις που από το 1979 και μετά πάντοτε υπήρχαν. Μπορεί τώρα να φαίνονται περισσότερο αλλά πάντα υπήρχαν φτωχοί και πλούσιοι. Αυτά μου έδιναν το ερέθισμα να φωτογραφίζω.
Όταν σχηματοποίησα τις ενότητες, άρχισα να χωρίζω το υλικό μου ανάλογα. Εκεί, ένα παιδί των φαναριών 5-7 χρονών κάνει την αντίθεση με ένα καλοντυμένο παιδί που επισκέπτεται το αρχαιολογικό μουσείο. Μέσα στην κάθε ενότητα υπάρχουν τέτοια δίπτυχα, γιατί η Ελλάδα είναι μια χώρα αντιθέσεων. Άσπρο μαύρο, το ενδιάμεσο δεν υπάρχει. Η αντίθεση σε κρατά βεβαίως σε μια εγρήγορση, να παλεύεις, να μην είσαι χωρίς ενδιαφέρον, χωρίς πάθος. Ίσως μας ταιριάζει ή έχουμε προσαρμοστεί σε αυτό. Κάτι διαφορετικό από αυτό μας φαίνεται περίεργο.

Κάποιος θα μπορούσε να εκφράσει την ένσταση ότι η Ελλάδα έχει τόσα πολλά χρώματα που η ασπρόμαυρη φωτογράφιση την αδικεί. Θα μπορούσες να μας μιλήσεις γιατί και εδώ η ασπρόμαυρη φωτογραφία είναι η επιλογή σου;

Είναι μια σταθερά που έχω στο μυαλό μου. Στην ασπρόμαυρη φωτογραφία υπάρχουν χρώματα, όλοι οι τόνοι του γκρι, όλες οι αποχρώσεις του μαύρου και του λευκού. Όταν βγαίνω να φωτογραφίσω βλέπω ασπρόμαυρα κι έγχρωμα συγχρόνως. Έτσι απομονώνω τα θέματά μου. Το άσπρο-μαύρο μου αφαιρεί το χρώμα. Έτσι μένει καθαρά μια αλήθεια της φωτογραφίας. Γίνεται πολύ πιο δυνατή η φωτογραφία. Δεν είναι αυτό που άλλοι το λένε «καλλιτεχνικό ασπρόμαυρο», δίνει άλλη διάσταση στη φωτογραφία.
Αν μπορούσαμε να βλέπουμε και ασπρόμαυρα, θα αντικρίζαμε πολύ πιο μεγάλη αλήθεια. Το χρώμα μας περιπαίζει. Μπορεί να γίνει κι ένα GREEK ICON που θα είναι έγχρωμο. Αλλά θα πρέπει να μετατοπιστεί σε άλλες διαστάσεις, η θεματολογία του να είναι διαφορετική. Να κολλάει το χρώμα με την ζωή τον ανθρώπων της Ελλάδας, με το τοπίο, ώστε να μην το κάνει εξεζητημένο και τουριστικό. Να εξυπηρετεί την ιστορία που θέλεις να διηγηθείς ως φωτογράφος. Ο φωτογράφος, μέσα από τα προσωπικά του φίλτρα παρουσιάζει το δικό του παρών, το οποίο οι θεατές μετά το κάνουν δικό τους. Όταν βάζεις χρώμα, πρέπει να το χειριστείς διαφορετικά.
Πρέπει να σου αποκαλύψω ότι η επόμενη δουλειά μου έχει να κάνει με χρώμα και με την Ελλάδα. Σχηματοποιείται τώρα μέσα μου, το υλικό σχεδόν υπάρχει. Δεν έχει όμως καμία σχέση με ομορφοποιημένο, τουριστικό. Θα παίξω με συναισθήματα, θα είναι μέσα από τη ζωή που ζούμε. Η ιστορία υπάρχει, αλλά ο φωτογράφος επιλέγει τον τρόπο με τον οποίο θα την φέρει στα μάτια του θεατή.
Η συγκίνηση του να είσαι στο δρόμο και να μπορείς να αποδίδεις τις ιστορίες που βλέπεις, δεν περιγράφεται. Ζεις γι’ αυτό. Βλέπεις, καδράρεις, σαν ρομπότ σε ταινία επιστημονικής φαντασίας. Λειτουργείς με φίλτρα την καρδιά, την ψυχή, το μυαλό, και το μάτι. Την τεχνική την έχεις κατακτήσει, από εκεί και πέρα είναι τι λέει η καρδιά σου και πως θέλεις να το αποδώσεις.

Πως ερμηνεύεις εσύ, ως ο δημιουργός, τον τίτλο THE GREEK ICON; Τι θέλει να μας πει αυτή η συλλογή εικόνων από τοπία, πρόσωπα και στιγμές της ελληνικής πραγματικότητας;

Εκτός από τα τέσσερα φίλτρα που ανέφερα, που λειτουργούν αυτόματα εκείνη την ώρα, η μεγάλη κρίση που δέχεται η φωτογραφία είναι η ηθική. Για μένα πρέπει να έχεις την ηθική στην μπροστινή σου τσέπη. Εξαρτάται από το πώς έχεις μεγαλώσει, την ιδεολογία που έχεις, και το πώς βλέπεις τον άνθρωπο. Το THE GREEK ICON δεν έχει φωτογραφίες που να δείχνουν ανθρώπους σε ανάγκη, να είναι έτοιμες να χρησιμοποιηθούν για ρεπορτάζ.
Υπάρχουν βέβαια κάποιες που είναι πολύ κοντά σε αυτό, αλλά έχουν μια άλλη ματιά. Δεν προσβάλουν αυτόν που φωτογραφίζεται, ποτέ δεν έχω πάει πάνω από κάποιον τη στιγμή που υποφέρει. Να πάρω από αυτόν για να κάνω τη δουλειά μου. Δεν το έχω σκεφτεί ποτέ έτσι, δεν μου βγαίνει σε καμία δουλειά.
Η ηθική για τον απέναντι, ειδικά στην ανθρωποκεντρική φωτογραφία, έρχεται πρώτη. Σε αυτό με έχει βοηθήσει και το γεγονός ότι δεν βιοπορίζομαι από την φωτογραφία. Πολλοί το κάνουν για να ζήσουν, κι υπακούουν σε εμπορικούς κανόνες. Το συναντάμε κατά κόρον τα τελευταία χρόνια με τα προσφυγικά ρεύματα. Αν μέσα σε όλο αυτό προσέξει κάποιος φωτογράφους που πορεύτηκαν με βάση την ηθική τους, η διαφορά φαίνεται. Είναι το πώς πλησιάζεις το θέμα. Εγώ θέλω να είμαι κοντά στο θέμα, σχεδόν εξ επαφής.

Αυτή η μονογραφία έχει εικόνες που φωτογραφήθηκαν σε εύρος δεκαετιών. Είναι πάντα η ίδια Ελλάδα; Ο φακός σου στέκεται περισσότερο στη συνέχεια και τη διαχρονικότητα ή στις αλλαγές που έχουμε ζήσει μέσα στις τελευταίες δεκαετίες;

Δεν πιστεύω ότι έχουμε ζήσει αλλαγές. Είναι το ίδιο έργο εδώ και δεκαετίες. Θα μιλούσα για αλλαγές αν επρόκειτο για κάτι ριζικό. Αλλαγές που να δίνουν πρώτη προτεραιότητα στον άνθρωπο και στην αξιοπρέπεια της ζωής. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, δεν έχω δει αλλαγές παρά μόνο προσπάθειες. Αυτές μπορεί να τις βίωσαν συνάδελφοι μου που βγήκαν από τον Α’ ή Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε που υπήρχε κάποια πρόοδος και η λεγόμενη ανοικοδόμηση, και ίσως έβγαινε ένα τέτοιο «άρωμα» σε φωτογραφίες. Εγώ δεν έχω ζήσει κάτι τέτοιο.
Μόνο ο διάκοσμος αλλάζει. Δεν έχουμε κατά κόρον ρακένδυτους στους δρόμους, παρόλα αυτά έχουμε τεράστιο περιθώριο, όπου άνθρωποι ζουν φτωχοποιημένοι.
Σε όλη τη δόμηση του παζλ του THE GREEK ICON, μετά που καταστάλαξα στις ενότητες, πολύτιμος οδηγός μου ήταν η επιμελήτρια της έκθεσης και του βιβλίου Τζένη Λυκουρέζου. Συζητήσαμε πάνω στον όγκο του υλικού. Πάντα πρέπει να τις δει κι ένα δεύτερο μάτι. Η κα Λυκουρέζου με ξέρει, ξέρει πως δουλεύω, κι εγώ ξέρω τη ματιά της. Αποκλείσαμε, εμπλουτίσαμε και το τελικό αποτέλεσμα θεωρώ ότι δίνει στον θεατή το άρωμα της Ελλάδας.
Ένας έλληνας 30 έως 80 ετών θα δει τον εαυτό του κι ένας νέος θα δει την Ελλάδα των τελευταίων 40 ετών. Την ενότητα «στο θεό που πιστεύουμε κι εμπιστευόμαστε» ένας νέος μπορεί να μην την έχει βιώσει όπως εμείς. Αυτή η θρησκευτικότητα ήταν δεσπόζουσα τις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Παρουσιάζω την περιπέτεια που έζησε η Ελλάδα αυτές τις δεκαετίες κι ο θεατής μπορεί να βγάλει συμπεράσματα, να πάρει μαθήματα για το μέλλον.
Δεν βλέπεις την φωτογραφία απλώς για να ευχαριστηθείς, αλλά και για να μπεις στη θέση του φωτογράφου, να γελάσεις, να κλάψεις, να σκεφτείς, να αγωνιστείς. Αυτή είναι η δουλειά του φωτογράφου, να δώσει στο θεατή τα συστατικά ώστε να μην μείνει απροβλημάτιστος. Δεν πρέπει ποτέ να υποτιμούμε τον θεατή. Μπορεί να μην έχει γνώσεις πάνω στην τέχνη σου, αλλά να σου κάνει καταπληκτική κριτική, με το ένστικτο, τα βιώματα που έχει. Η φωτογραφία δεν είναι μόνο για τους «καλλιεργημένους», εγώ το κάνω περισσότερο για τον απλό κόσμο. Με ενδιαφέρει η άποψή τους.

Κάποιες από αυτές τις στιγμές υπάρχουν πλέον μόνο στο χαρτί. Όπως αναφέρεται και στην εισαγωγή της μονογραφίας, πολλοί από εμάς έχουν συναντήσει και ζήσει αυτά που απεικονίζεις. Τι αντιδράσεις περιμένεις από το κοινό;

Οι εικόνες αυτές που υπήρξαν κάποτε και πλέον δεν τις συναντούμε, στους παλαιότερους θα θυμίσουν και στους νεότερους θα μάθουν πράγματα. Η φωτογραφία μιλάει ξεχωριστά στον καθένα, στην ψυχή του. Την αλήθεια που έχω δει μόνο εγώ, την συγκεκριμένη στιγμή, ο θεατής μπορεί να την κάνει κτήμα του και να την μεταφράσει μέσα από τα φίλτρα που έχει ο καθένας, να προβληματιστεί, να ευχαριστηθεί, να απογοητευτεί ή να ελπίσει.

Σε πολλές από τις φωτογραφίες της έκδοσης υπάρχει σαφής εστίαση στον άνθρωπο. Πόσο εύκολο είναι σε μια φωτογραφία που μέσω του τοπίου/υπόβαθρου, απαθανατίζει την Ελλάδα, να εστιάσεις στην ανθρώπινη κατάσταση και την ηθική στην οποία αναφέρθηκες, να επικοινωνήσεις στο κοινό αυτό που βλέπεις εσύ σε κάθε κάδρο;

Το πρώτο που θέλω να πάρει το κοινό είναι η αρμονία αυτού του τόπου. Μέσω της αρμονίας, που περιγράφεται σε όλα τα κεφάλαια του THE GREEK ICON αλλά περισσότερο στο τελευταίο, τη «Σύνθεση», παίρνουμε πάρα πολλά ως άνθρωποι. Η αρμονία του καλού και του κακού, του όμορφου και του άσχημου, η ταυτόχρονη ύπαρξή τους κάνει τη ζωή μας καλύτερη, καθώς μας δίνουν δύναμη να ανταπεξέλθουμε.
Το δεύτερο είναι η αγάπη. Να δώσουν οι φωτογραφίες κάποια μικρά μαθήματα αγάπης στους θεατές. Πρέπει να περνάει μήνυμα αγάπης προς τον συνάνθρωπο αλλά και διεκδίκησης, να μην τα παρατάμε για το μέλλον, την αξιοπρέπεια, γι’ αυτά που μας ανήκουν στη ζωή. Χρειάζεται κι ένα αίσθημα κριτικής, για να βαδίσουμε μπροστά, απέναντι σε αυτά που καθορίζουν τη ζωή μας. Το μάτι του φωτογράφου το μεταφέρει αυτό το θεατή.
Τίποτα δεν συμβαίνει έτσι απλά. Όλα γίνονται για κάποιο σκοπό, δεν είναι τυχαία. Μας κατευθύνουν τη ζωή, δεν είναι αγγελικά πλασμένα. (Σίγουρα όχι στις παρούσες συνθήκες). Γι’ αυτό πρέπει να έχουμε κριτική σκέψη, αγάπη, να κάνουμε την πρώτη ανάγνωση με βάση το συναίσθημα, ν’ αναζητάμε την αλήθεια, να έχουμε αρμονία με τον εαυτό μας και το περιβάλλον, κι αυτά θέλω να δώσω μέσα από τις φωτογραφίες μου. Δύσκολα πράγματα, αλλά όλα κατακτιούνται. Αυτή είναι η πορεία μας στη ζωή.

Θα μπορούσες να μας κάνεις μια μικρή «ξενάγηση» στις ενότητες του THE GREEK ICON;

Ξεκινώντας με την ενότητα «Τα χρόνια της αθωότητας», έχει τις ρίζες της σε μια θεματική που άρχισα να δουλεύω από το ’85 και μετά, με παιδιά που δούλευαν στο δρόμο. Αρχικά την είχα ονομάσει «Τα όνειρά μου σε ένα δρόμο», κι αυτή με καθοδήγησε μετά από πολύ σκέψη, να προσθέσω άλλες φωτογραφίες αντίθετες, πάντα με παιδιά και νέους, και να βγει η πρώτη ενότητα.
Τα χρόνια της αθωότητας τα έχουμε ζήσει όλοι. Είδαμε πως αντιλαμβανόμασταν τα πράγματα, ο καθένας από την δική του κοινωνική πλευρά, και πως εξελιχθήκαμε. Μπήκε στην αρχή του βιβλίου για να μας θυμίσει πως ήμασταν, πως είμαστε τώρα. Τι πιστεύαμε, ποια ήταν τα όνειρά μας, αν πραγματοποιήθηκαν, αν παραμένουν τα ίδια, αν αγωνιζόμαστε ακόμα γι’ αυτά σαν μεγάλοι. Παράλληλα, οι νέοι θεατές μπορούν να δουν τις αντιθέσεις που περιέχει η ενότητα και είναι αρκετές.
Η δεύτερη ενότητα, ο «Τόπος», είναι για μένα κάτι πολύ βασικό. Όχι γεωγραφικά, αλλά αρχιτεκτονικά, ρυμοτομικά, η αρμονία της ζωής μέσα στη φύση. Οι φωτογραφίες εδώ μας θυμίζουν κάτι το γεωμετρικό, συνάμα δίνουν και τη σφραγίδα της Ελλάδας. Δεν νομίζω ότι θα μπορείς να τις συναντήσεις σε άλλη χώρα. Συνήθως μας παραπέμπουν σε κάτι που όλοι λίγο-πολύ έχουν γνωρίσει, μεγαλώνοντας είτε σε επαρχία είτε σε πόλη.
Ο τόπος μας καθορίζει. Η γεωφυσική της πατρίδας μας, η θάλασσα, το βουνό, οι μεγάλες αντιθέσεις του τοπίου, αυτό προσπάθησα να περιγράψω. Στην έκθεση στην Κατερίνη θα δούμε φωτογραφίες από αυτή την ενότητα σε δίπτυχα μαζί με άλλες από τις υπόλοιπες ενότητες, δημιουργώντας σύζευξη ή αντίθεση. Θεωρώ ωραίο ότι, αν κι έχουν διαφορετικό οπτικό αντικείμενο, μας οδηγούν στο ίδιο σημείο.
«Στον θεό που εμπιστευόμαστε», στην τρίτη ενότητα, είναι κάτι το οποίο όλοι έχουμε ζήσει. Είτε πιστεύουμε στο χριστιανισμό είτε όχι, υπάρχει μέσα μας ένας θεός που μας καθοδηγεί και μας δίνει τη δύναμη να προχωρήσουμε. Εδώ επικεντρώνω στην χριστιανική θρησκεία, που μας έχει επηρεάσει και καθορίσει ως έλληνες, με την εκκλησία και τον περίγυρο της.
Μετά έρχεται η «Περιφέρεια», μια ενότητα η οποία πιστεύω ότι αντικατοπτρίζει όλες τις ψηφίδες της ελληνικής περιφέρειας. Την πλησίασα με αγάπη, γιατί πιστεύω ότι εκεί στηρίζεται η Ελλάδα, από πλευράς προϊόντων, μυαλών, ψυχικού σθένους. Ζώντας κοντά στην φύση και τις αντιθέσεις της ο άνθρωπος γίνεται δυνατός, έξυπνος, με ψυχή, εργατικός. Η περιφέρεια μου βγάζει μόνο καλά στην Ελλάδα. Βέβαια οι ανθρώπινες σχέσεις φέρνουν και τα κακά μαζί με τα καλά.
Εμένα αυτή είναι η φιλοσοφία μου, προς το θετικό. Ο άνθρωπος είναι φτιαγμένος για να κάνει το καλό, όμως οι συνθήκες που του δίνονται για να ζήσει και οι πολιτικές που τον βάζουν σε ράγες, τον κάνουν να είναι ζηλόφθονος, να μισεί. Υπό άλλες συνθήκες θα ήταν τελείως διαφορετικά.
Στην ενότητα «Η πόλη απέναντι μου», που απεικονίζει καταστάσεις και συνθήκες των ανθρώπων που έχουν μεγαλώσει σε πόλη ή έχουν ζήσει τον περισσότερο χρόνο τους στις ελληνικές πόλεις, που είναι αφιλόξενες. Αναγκαστικά σου βγαίνουν κάποια συναισθήματα. Δεν είναι οι άνθρωποι απέναντί μου, είναι η αντανάκλαση της πόλης πάνω τους. Αντανακλά στο πως κινούνται, στα συναισθήματά τους, στο πως μιλούν, πως περνούν τη μέρα τους.
Αυτό απεικονίζεται εδώ, πάντα με αγάπη και ηθική απέναντι σε αυτούς τους ανθρώπους. Έχω φωτογραφίσει ανθρώπους που άλλοι θα τους χαρακτήριζαν προβληματικούς. Εγώ δεν το αντιμετώπισα έτσι. Μπορεί να ζορίστηκαν σε κάποια φάση της ζωής τους και το μυαλό τους τράβηξε για κάπου αλλού. Περιδιαβαίνοντας την πόλη βλέπω πράγματα για τα οποία προσπαθώ να μιλήσω, με ηθική και συμπάθεια.

Η έκτη ενότητα, που ονομάζεται Σύνθεση, τι περιέχει; Πως έγινε η επιλογή των φωτογραφιών που την απαρτίζουν;

Όπως είπα, είναι οι αντιθέσεις που επηρεάζουν τη ζωή μας. Επηρεαζόμαστε από τα αρχαία μνημεία, από το πώς είναι φτιαγμένα τα σπίτια μας, τις εκκλησίες, τα σοκάκια ενός κυκλαδίτικου νησιού. Όλα αυτά χωρίς να το καταλαβαίνουμε άμεσα επιδρούν στην ψυχολογία μας. Κάνοντας βόλτα σε μια συνοικία, επηρεάζεσαι. Οι όγκοι έχουν επίδραση στον άνθρωπο.
Για μένα η σύνθεση αυτών των πραγμάτων είναι η αρμονία. Θα μπορούσε να ονομαστεί κι έτσι αυτή η ενότητα. Οι συνθέσεις που φωτογραφίζω έχουν βεβαίως και σημειολογικό χαρακτήρα, κάθε φωτογραφία παραπέμπει κάπου. Αν ο θεατής το βρει, με τον δικό του τρόπο, έχει κερδίσει. Δεν θέλω να συμφωνήσει, αλλά να δει με το δικό του μάτι. Μέσα από την τέχνη ψάχνουμε τον εαυτό μας, γινόμαστε καλύτεροι.